Η αρχή του τέλους των φαρμάκων

Δευτέρα 12 Ιούλη>> Στον ενάμισυ χρόνο της υγιεινιστικής τρομοεκστρατείας ελάχιστοι μεν αλλά χαρακτηριστικοί «αιρετικοί» ειδικοί, κυρίως στις ηπα, έχουν αναφερθεί σε μια απαγόρευση που δεν έχει τύχει της προσοχής που αξίζει: την απαγόρευση των φαρμάκων για τις περιπτώσεις σοβαρής ασθένειας εξαιτίας του τσαχπίνη. Αυτοί οι ελάχιστοι αλλά καλοί γνώστες του θέματος έχουν καταγγείλει τόσο το σύμπλεγμα όσο και τις κρατικές υπηρεσίες (τύπου FDA, CDC) και τους δημαγωγούς για την απαγόρευση, αφού έχουν βρεθεί αποτελεσματικά φάρμακα, και μάλιστα φτηνά… Θα προσθέσουμε επαναλαμβάνοντας: τόσο η παραδοσιακή κινέζικη ιατρική όσο και η αντίστοιχη αφρικάνικη έχουν επιδείξει μεγάλη φαρμακευτική επιτυχία στην αντιμετώπιση των μέτριας έντασης αλλά και των σοβαρών περιστατικών επιπλοκών λόγω τσαχπίνη. (Με την λέξη «φάρμακο» δεν εννοούμε μόνο τα χημικά, αλλά κάθε συγκεκριμένη μέθοδο αντιμετώπισης μιας συγκεκριμένης κατάστασης – εκτός των χειρουργικών τέτοιων…)

Γιατί, λοιπόν, έχουν απαγορευτεί τα φάρμακα; Ποιά είναι η ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στο φάρμακο και στον «προληπτικό» μαζικό πλατφορμιασμό; Γιατί, εν τέλει, οι φαρμακομαφίες (σαν καπιταλιστικές επιχειρήσεις) δεν ερεύνησαν και δεν έφτιαξαν φάρμακα ενώ, αντίθετα, τα «εμβόλια» ήταν στο στόμα της μαζικής δημαγωγίας σχεδόν απ’ τον Μάρτη του 2020; Και γιατί όλος αυτός ο δημαγωγικός συφερτός των αυτοαποκαλούμενων «γιατρών» (αμφισβητούμε πλέον ανοικτά αν πράγματι πρέπει να θεωρούνται τέτοιοι!) κάνει γαργάρα το ζήτημα των φαρμάκων και έχει μόνιμα μια σύριγγα στη γλώσσα του;

Το φάρμακο προορίζεται για όποιον είναι άρρωστος· και άρρωστος, με την παλιά, κλασσική, ιστορική έννοια, είναι εκείνος που έχει συμπτώματα. Όπως συμβαίνει συνήθως με τους αερομεταφερόμενους ιούς, αρρωσταίνει (δηλαδή έχει συμπτώματα) ένα μικρό μόνο μέρος εκείνων που πιθανώς θα «φιλοξενήσουν» στο σώμα τους έναν τέτοιο ιό· καθώς το φυσικό ανοσοποιητικό σύστημα του είδους μας είναι φτιαγμένο ακριβώς για να αντιμετωπίσει τέτοιες περιστάσεις. Άρα το φάρμακο έχει (μιλώντας γενικά) πολύ μικρότερο «κύκλο πελατών» σε σχέση με οποιαδήποτε μαζική, καθολική, τυφλή, αδιάκριτη παρέμβαση τύπου «εμβολιασμός».

Αυτή η ποσοτική διαφορά είναι εύκολα κατανοητή – αλλά δεν είναι το τέλος της εξελισσόμενης (καπιταλιστικής) αναδιάρθρωσης που επιβάλει η «βιομηχανία της υγείας». Είναι μάλλον η αρχή της. Γιατί φάρμακο και σύμπτωμα είναι αλληλένδετες καταστάσεις σ’ όλη την ιστορία του (οργανωμένου κοινωνικά) είδους μας, όπως και ένας κάποιος καταμερισμός γνώσεων (και ενδεχομένως εργασίας) τόσο για την αναγνώριση των συμπτωμάτων όσο και για την επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου. Εφόσον, όμως, το σύμπλεγμα θέλει να εξαφανίσει την διαγνωστική / γνωσιακή αξία του συμπτώματος μια για πάντα, δεν μπορεί παρά να εξαφανίσει επίσης την ιατρική εστίαση στο σύμπτωμα. Δηλαδή το φάρμακο.

Τι βάζει στη θέση του δίπολου σύμπτωμα / φάρμακο η βιοτεχνολογικο-πληροφορική «βιομηχανία της υγείας»; Βάζει την πιθανολογική νοσηρότητα των πάντων! Το «όλοι είναι εν δυνάμει άρρωστοι, σ’ όλη την ζωή τους»! Αυτή η πιθανολογική νοσηρότητα μπορεί να αποδοθεί σε περιβάλλοντα (κοινωνικά ή/και φυσικά), κυρίως όμως «ανιχνεύεται» και «ελέγχεται» γενετικά – αυτή είναι η τρέχουσα «επιστημοσύνη». Για τους πάντες. Ο καθένας μπορεί να «αρρωστήσει»… ο καθένας μπορεί να «πάθει»… ο καθένας είναι ευάλωτος…. είμαστε γενετικά αδύναμοι σαν είδος πάνω σ’ αυτόν τον πλανήτη!

Η επιβολή της πιθανολογικής νοσηρότητας (που, σαν ιδέα, έχει «χειραφετηθεί» απ’ το σύμπτωμα, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί ή να απορριφθεί εμπειρικά, απ’ τον καθένα και την καθεμιά, ούτε ατομικά ούτε συλλογικά…) είναι, φυσικά, απόλυτα αυθαίρετη. Για την ακρίβεια: κατασκευάζεται και κρίνεται ΜΟΝΟ απ’ τους «ειδικούς». Και μάλιστα ΜΟΝΟ από εκείνους τους ειδικούς που υπηρετούν πιστά το καινούργιο βιο-πληροφορικό καθεστώς, την βιοπολιτική του καπιταλιστικού 21ου αιώνα. Έχουμε, κατά συνέπεια, την άγρια γνωσιολογική απαλλοτρίωση του πως ο καθένας αντιλαμβάνεται το κορμί του και την κατάστασή του, και την εκστρατεία να νομιμοποιηθεί για τα πάντα και για πάντα η εξουσία / γνώση των «ειδικών» – υπαλλήλων του συμπλέγματος.

Αυτή η αιώνια πιθανολογική νοσηρότητα, από την πρώτη στιγμή της γέννησης ως την στιγμή του θανάτου, «ανιχνευόμενη» και «ελεγχόμενη» γενετικά, είναι η λεωφόρος της καθολικής βιο-τεχνολογικοποίησης της καθημερινής ζωής. Ο καθένας (θα) είναι υποχρεωμένος να κάνει διαρκώς «service υγείας» και, φυσικά, «γενετικό update» κάθε φορά που μια καινούργια «εφαρμογή / app» (θα) είναι διαθέσιμη. Είναι η λεωφόρος του μετα-ανθρωπισμού στο βαθμό που το είδος «άνθρωπος» είχε ως τώρα ορισμένες διαχρονικές σταθερές, απτούς τρόπους αυτο-αντίληψης ειδικά για την φυσική του κατάσταση.

Δεν υπάρχει, λοιπόν, μόνο κάποια ποσοτική διαφορά ανάμεσα στην σχετικά περιορισμένη και περιστασιακή χρήση του φαρμάκου απ’ την μια μεριά και στην καθολική, γενικευμένη χρήση των τεχνικών ανίχνευσης και ελέγχου (πρακτικά: ποτέ θεραπείας!) της πιθανολογικής νοσηρότητας απ’ την άλλη, στο όνομα της μεταφυσικής ιδέας της «πρόληψης». Υπάρχει μια πολύ σημαντικότερη ποιοτική, στρατηγική διαφορά. Κι αυτό είναι σαφές στην υγιεινιστική τρομοεκστρατεία εδώ και 1,5 χρόνο – που όχι μόνο θα συνεχιστεί αλλά και θα πολλαπλασιαστεί (με άλλους ιούς…) κατά την ταπεινή μας άποψη. Η ουσιαστική απαγόρευση των (δοκιμασμένων, φτηνών και αποτελεσματικών) φαρμάκων για τις όποιες επιπλοκές λόγω τσαχπίνη είναι πολιτικό γεγονός πρώτης τάξης επειδή δεν είναι απλά μια απόφαση λογιστηρίου του είδους «από που θα βγάλουμε τα περισσότερα κέρδη;» αλλά είναι μια μεθοδική και καλά προετοιμασμένη στις περισσότερες πλευρές της (αν και όχι σε όλες) επίθεση στην ανθρώπινη εμπειρία της ζωής. Αυτό που προσπαθεί να πετύχει το σύμπλεγμα είναι ένα είδος άγριας, πρωταρχικής συσσώρευσης των άμεσων γνώσεων για το σώμα και την κατάστασή του. Εν τέλει, υπό το πρίσμα της δια βίου πιθανολογικής νοσηρότητας, κανείς ποτέ δεν θα είναι υγιής ή άρρωστος (με την παλιά έννοια: της ύπαρξης ή μη συμπτωμάτων)· και (θα) απαγορεύεται να ξέρει τι είναι πέρα απ’ τις διαπιστώσεις και τα πορίσματα της βιο-τεχνολογικής εξουσίας.

Η ουσιαστική απαγόρευση των φαρμάκων επιβεβαιώνει (για όποιους χρειάζονται μια τέτοια επιβεβαίωση) μια απ’ τις εξ’ αρχής θέσεις μας: ποτέ σ’ αυτήν την ιστορία δεν ήταν στόχος η υγεία – ότι κι αν νόμιζαν ή νομίζουν οι ignorants!!! O στόχος ήταν η ανακατασκευή της ιδέας για την «υγεία», τους όρους της, τις πιστοποιήσεις της. Αν και η λέξη παραμένει η ίδια, το νόημά της αντιστρέφεται: τώρα «υγεία» (θα πρέπει να) σημαίνει την δια βίου εξάρτηση απ’ την σχετική βιομηχανία.

Πίσω απ’ τα κροκοδείλια δάκρυα των λακέδων του συμπλέγματος καμμία «ανθρώπινη ζωή» δεν επρόκειτο να σωθεί· το ακριβώς αντίθετο!! Η δημιουργική λογιστική θανάτου και οι κοινές δεξαμενές έδειξαν απ’ την πρώτη στιγμή ότι ο «πειθαρχημένος στρατός κατά του αόρατου εχθρού» ήταν απλά κρέας, όποια ιδέα κι αν είχε ο καθένας και η καθεμιά για τον εαυτό του /της. Τόσο η γενική άποψη για το τι είναι ζωή όσο και οι ειδικές, ατομικές εκφάνσεις της, έπρεπε να καταστραφούν, προκειμένου να αντικατασταθούν από κάτι μόνιμα ρευστό, μόνιμα επίφοβο, μόνιμα ελεγχόμενο απ’ τα πάνω, μόνιμα μεσολαβημένο απ’ τις μηχανές και μόνιμα με «συμβολική / ανταλλακτική αξία», που μπορεί να ονομαστεί «ζωή plus», «post ζωή» ή ό,τι άλλο.

Αυτό είναι που βρίσκεται σε βίαιη εξέλιξη.